οργανωσε στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηνών μια θεμα σειρα εκδηλωσεων με
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ Εκει εκανα σημερα μια εισηγηση με τιτλο
Τα ίχνη του τέλους . . . όπου το παιχνίδι αναμετριέται με τη μνήμη . . . και κτίζει με εικόνες προσδοκίες αθανασίας . . .απόπειρες εικονογράφησης της απώλειας στις ταινίες της Λουκίας Ρικάκη...
Ενα κειμενο που εγραψα με αρκετο κοπο και προφερα σε αυτη την εκδηλωση με αρκατη συγκινηση που ειχε να κανει με την ενταση των τελευταιων ημερων
δημοσιευω εδω τις πρωτες σελιδες και καποιες εικονες.......
Ο πατέρας μου έφυγε από το σπίτι όταν ήμουν 5 χρόνων Δεν ήξερα τότε ότι θα τον έχανα σε λίγα χρόνια. Ο πατέρας μου έφυγε από τη ζωή όταν ήμουν 16 χρόνων. Δεν ήξερα τότε ότι θα έκανα κινηματογράφο κι ότι για πολλά χρόνια και για πολλά κεφάλαια της κινηματογραφικής μου αφήγησης , ο θάνατος αυτός θα κατοικούσε εκεί σε κάθε μου απόπειρα να αφηγηθώ κάτι με εικόνες
Το θέμα για την πρώτη μου ταινία μυθοπλασίας Ταξίδι στην Αυστραλία πάντα έλεγα ότι το πήρα από τις εφημερίδες βασίστηκε σε μια αληθινή ιστορία της φυγής δύο δεκάχρονων αγοριών από το σπίτι. Μου θύμιζε το δικό μου φευγιό, λίγο πιο μεγάλη εκεί στα 16 μια εβδομάδα μετά το θάνατο του πατέρα .Η κάμερα πάνω στο steadicam κινείται σε όλα τα δωμάτια με ρυθμό που εντείνεται ,καθώς πλησιάζει στο δωμάτιο του αγοριού που παίζει με τα αυτοκινητάκια του, αμέριμνος και αμέτοχος ακόμη καθώς δεν έχει μάθει τη πληροφορία ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό. Πέρασαν 7 χρόνια από τότε και μία ταινία -το Κουαρτέτο- που δεν πραγματεύεται τον θάνατο. Στη Συμφωνία Χαρακτήρων που ακολούθησε αποφάσισα να πραγματευτώ με στοιχεία ρεαλισμού μία αρκετά τραυματική οικογενειακή εμπειρία.. η μάλλον μία σειρά τραυματικών εμπειριών που οδήγησαν στην απώλεια του πατέρα. Για πολλά χρόνια είχα απωθήσει ως μη γενόμενο ένα ολόκληρο κεφάλαιο της σχέσης, του μισέρωτα των γονιών μου και τον τρόπο που με τοποθέτησαν ως ενδιάμεσο μιας πολύ δύσκολης επικοινωνίας με σκληρές και δυσνόητες επιστολές που είχαν εμένα αποδέκτη. Το κουβέντιασα με τον αδελφό μου ,όταν έγραφα το σενάριο και είχα καταφέρει να πείσω τον εαυτό μου, ότι όλη αυτή η υπόθεση δεν είχε συμβεί, απλά εγώ την είχα εφεύρει ως μια δραματική τραυματική εμπειρία ,οι λεπτομέρειες της οποίας έχουν θολώσει, σχεδόν χαθεί στις διαδρομές της μνήμης. Ο αδελφός μου χρειάστηκε να με οδηγήσει στο υπόγειο του σπιτιού, να ψάξουμε μαζί τα πράγματα του πατέρα και να ανασύρουμε τις συγκεκριμένες επιστολές. Ήταν ήδη μία δοκιμασία να ψάχνουμε τα πράγματα του νεκρού πατέρα και μέχρι τελευταία στιγμή, εκεί στο υπόγειο με το ελάχιστο φως ,που αρχίσαμε να διαβάζουμε τα γράμματα ,δεν ήθελα να πιστέψω την ύπαρξη τους. Ο σεναριογράφος μου επίσης δεν ήθελε να πιστέψει την ύπαρξη και το περιεχόμενο τους, τον σόκαρε. Μου είπε ότι δεν έβρισκε τρόπο να περάσει στη μυθοπλασία ένα τόσο έντονο ρεαλιστικό υλικό και ξεκαθάρισε ότι δεν ήθελε να συμμετέχει στη συγγραφή των συγκεκριμένων σκηνών. Σε αυτά βγάλτα πέρα μόνη σου ,μου είπε. Έπρεπε να τα βγάλω πέρα μόνη μου.. Η αναμέτρηση μου με τη πραγματικότητα ήταν για μένα οδυνηρή. Επέλεξα τον εικαστικό συμβολισμό και μάλιστα τοποθέτησα όλες αυτές τις σκηνές σε μία μπλε μονοχρωμία κάτι σαν παραμύθι για να τις ελαφρύνω από το βάρος τους. Η μικρή Άννα διαβάζει τις επιστολές, περπατάει ξυπόλητη στην ακροθαλασσιά ,φορά μπλε φουστάνι και κρατάει σφικτά αγκαλιά τον μπλε αρκούδο της. Οι επιστολές θα καταλήξουν στη θάλασσα μαζί με τον πνιγμένο θυμό και τη θλίψη της Άννας. Δεν εμπιστεύεται πια την αγάπη κανενός. Πετάει στη θάλασσα και τον αγαπημένο της αρκούδο. Τα χέρια της είναι τώρα άδεια Λίγο πριν βουλιάξει ο αρκούδος η Άννα τρέχει να τον πιάσει, βουτάει στη θάλασσα με τα ρούχα, σώζει τον αρκούδο και αφήνει τις επιστολές να τις παρασύρει το κύμα. Έτσι γυρίστηκε αυτή η σκηνή.
Υπήρξε όμως μια άλλη σκηνή στο σενάριο για την οποία κανείς δεν ήξερε πως θα γυριζόταν ούτε καν εγώ. Αυτή η αμηχανία, η αλαλία και η αδράνεια που μου προκαλούσε ο θάνατος του πατέρα ήταν καταλυτική. Καμιά ιδέα Μέχρι το τελευταίο βράδυ πριν το γύρισμα καμιά ιδέα. Εκείνο το βράδυ ήταν μαρτυρικό. Δεν κοιμήθηκα, έκλαψα, έκλαψα και κάπου εκεί στο ξημέρωμα τα μάτια μου είχαν στεγνώσει και έκλεισαν και είδα, φαντάστηκα, δεν ξέρω μια εικόνα, την εικόνα που τελικά έφτιαξα όταν φτάσαμε σε εκείνο το γύρισμα. Πάλι εικαστικός συμβολισμός και μάλιστα μία σαφής αναφορά στους πίνακες του Μαγκρίτ στους ανθρώπους με τα μαύρα καπέλα.
Μαύρα καπέλα και μαύρο παλτό φορούσε ο πατέρας. Η Άννα πάντα ξυπόλητη με το μικρό της μπλε φόρεμα ,τον βλέπει να περπατά και τρέχει να τον συναντήσει. Εκείνος συνεχίζει την πορεία του προς τη θάλασσα, το χάσιμο του στο θαλασσινό τοπίο δεν τη βλέπει καν, ούτε γυρίζει να την κοιτάξει. Μάλιστα όταν εκείνη φαίνεται να τον πλησιάζει, εκείνος επιταχύνει το βήμα. Θέλει να χαθεί στη θάλασσα
Η Άννα αδύναμη να τον ακολουθήσει, να αναχαιτίσει την πορεία του προς το θάνατο, να τον βοηθήσει, να του μιλήσει, στέκεται θλιμμένη και τον κοιτάζει να χάνεται τα μικρά της γυμνά πόδια βυθίζονται στην άμμο, με κόπο βρίσκει κουράγιο να γυρίσει προς τα πίσω. Ξεκινάει τον δικό της δύσκολο δρόμο ,ενώ ο πατέρας βρίσκεται πια μέσα στη θάλασσα. Τα μικρά γυμνά της πόδια βουλιάζουν σαν σε βούρκο. Περπατάει με κόπο τον δρόμο που πρέπει να αρχίσει να μαθαίνει, τον δρόμο χωρίς πατέρα. Αυτά ήταν κάποια από τα φλασμπακ και τα καθαρά αυτοβιογραφικά στοιχεία της ταινίας.
Όμως η ζωή είχε πρόγραμμα να δοκιμάσει τις αντοχές μας και τις αντοχές της ταινίας σε ορισμένα περιστατικά που έπαιξαν ένα περίεργο σκάκι με τα πραγματικά επεισόδια της ζωής όσο γυρίζαμε την ταινία. Η Κατερίνα Λυπηρίδου που παίζει την Άννα σε μεγάλη ηλικία, δεν είχε ξαναπαίξει στο σινεμά πριν από αυτήν την ταινία. Για την ακρίβεια όταν ήρθε στην ακρόαση για το ρόλο, ήταν η πρώτη της ακρόαση στην Αθήνα. λίγες μέρες αφού είχε έρθει στην Αθήνα από τη Θεσσαλονίκη. Πήρε το ρόλο μετά από πολλά δοκιμαστικά. Στο τελευταίο μου είπε έγραψα ένα τραγούδι που πιστεύω ότι η Αννα θα έγραφε για τον εραστή της τον Αλέξανδρο. Είχε γράψει μουσική και στίχους μια θλιμμένη ερωτική μπαλάντα που μπήκε τελικά στη ταινία. Ήταν η πρώτη φορά που η Κατερίνα έγραφε μουσική. Μα πως έτσι τη ρώτησα, είναι πολύ ολοκληρωμένο άκουσμα. Ο πατέρας μου είναι μουσικός είπε ,παίζει μπουζούκι. Η εβδομάδα που ξεκίνησε το γύρισμα, ήταν σημαντική για την Κατερίνα ,όχι μόνο επειδή έκανε την πρώτη της ταινία ,αλλά κυρίως γιατί τη δεύτερη μέρα την ειδοποίησαν ότι ο πατέρας της εισήχθη στο νοσοκομείο με ραγδαία καταστροφή κυττάρων μια καλπάζουσα μορφή καρκίνου .Κάθε Σαββατοκύριακο μετά το γύρισμα. Η Κατερίνα ανέβαινε στη Θεσσαλονίκη και πήγαινε στο νοσοκομείο να δει τον πατέρα της. Κάθε εβδομάδα ο πατέρας της την αναγνώριζε όλο και λιγότερο .Κάποια στιγμή του έβαλε να ακούσει τα δυο τραγούδια που είχε πια γράψει για την ταινία. Ήταν το καλύτερο δώρο που μπορούσα να του κάνω μας είπε επιστρέφοντας .Ο πατέρας μου ήθελε πάντα να γίνω μουσικός Του άρεσαν τα πρώτα μου τραγούδια. Η τελευταία σκηνή που γυρίσαμε για την ταινία Συμφωνία Χαρακτήρων ήταν η κηδεία του πατέρα. Τη γυρίσαμε σ ένα μικρό εκκλησάκι δίπλα στη θάλασσα στην Άνδρο. Ο πατέρας της Άννας στην ταινία ήταν ναυτικός και πέθανε από έμφραγμα παίζοντας σκάκι με τον εαυτό του, τη στιγμή που η Άννα έβγαινε νικήτρια στο πρωτάθλημα ξιφασκίας. Όταν μπήκε η Άννα στο σπίτι τον βρήκε πεσμένο στο πάτωμα. Νίκησα πατέρα του είπε νίκησα τη θάλασσα. Νίκησες παιδί μου Νίκησες τη θάλασσα είπε εκείνος και ξεψύχησε. Η Κατερίνα ζήτησε ένα μου μιλήσει λίγο πριν γυρίσουμε τη σκηνή της κηδείας. Δεν ξέρω αν μπορώ να το κάνω είπε. Ξέρω ότι σε λίγο καιρό θα πάω στη πραγματική κηδεία του πραγματικού μου πατέρα κι αυτό εδώ είναι σαν να κάνω πρόβα. Η Κατερίνα έκανε πρόβα για τη ζωή που θα ακολουθούσε μόλις 2 εβδομάδες μετά το τελευταίο γύρισμα της ταινίας. Τουλάχιστο του χάρισα τα τραγούδια είπε και γυρίσαμε τη σκηνή. Αυτή ήταν η τελευταία σκηνή της ταινίας. Η πρώτη είχε μια αντίστοιχα ας πούμε μεταφυσική σχέση με τη πραγματικότητα. Είχα γράψει ως πρώτη σκηνή της ταινίας.....
Το θέμα για την πρώτη μου ταινία μυθοπλασίας Ταξίδι στην Αυστραλία πάντα έλεγα ότι το πήρα από τις εφημερίδες βασίστηκε σε μια αληθινή ιστορία της φυγής δύο δεκάχρονων αγοριών από το σπίτι. Μου θύμιζε το δικό μου φευγιό, λίγο πιο μεγάλη εκεί στα 16 μια εβδομάδα μετά το θάνατο του πατέρα .Η κάμερα πάνω στο steadicam κινείται σε όλα τα δωμάτια με ρυθμό που εντείνεται ,καθώς πλησιάζει στο δωμάτιο του αγοριού που παίζει με τα αυτοκινητάκια του, αμέριμνος και αμέτοχος ακόμη καθώς δεν έχει μάθει τη πληροφορία ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό. Πέρασαν 7 χρόνια από τότε και μία ταινία -το Κουαρτέτο- που δεν πραγματεύεται τον θάνατο. Στη Συμφωνία Χαρακτήρων που ακολούθησε αποφάσισα να πραγματευτώ με στοιχεία ρεαλισμού μία αρκετά τραυματική οικογενειακή εμπειρία.. η μάλλον μία σειρά τραυματικών εμπειριών που οδήγησαν στην απώλεια του πατέρα. Για πολλά χρόνια είχα απωθήσει ως μη γενόμενο ένα ολόκληρο κεφάλαιο της σχέσης, του μισέρωτα των γονιών μου και τον τρόπο που με τοποθέτησαν ως ενδιάμεσο μιας πολύ δύσκολης επικοινωνίας με σκληρές και δυσνόητες επιστολές που είχαν εμένα αποδέκτη. Το κουβέντιασα με τον αδελφό μου ,όταν έγραφα το σενάριο και είχα καταφέρει να πείσω τον εαυτό μου, ότι όλη αυτή η υπόθεση δεν είχε συμβεί, απλά εγώ την είχα εφεύρει ως μια δραματική τραυματική εμπειρία ,οι λεπτομέρειες της οποίας έχουν θολώσει, σχεδόν χαθεί στις διαδρομές της μνήμης. Ο αδελφός μου χρειάστηκε να με οδηγήσει στο υπόγειο του σπιτιού, να ψάξουμε μαζί τα πράγματα του πατέρα και να ανασύρουμε τις συγκεκριμένες επιστολές. Ήταν ήδη μία δοκιμασία να ψάχνουμε τα πράγματα του νεκρού πατέρα και μέχρι τελευταία στιγμή, εκεί στο υπόγειο με το ελάχιστο φως ,που αρχίσαμε να διαβάζουμε τα γράμματα ,δεν ήθελα να πιστέψω την ύπαρξη τους. Ο σεναριογράφος μου επίσης δεν ήθελε να πιστέψει την ύπαρξη και το περιεχόμενο τους, τον σόκαρε. Μου είπε ότι δεν έβρισκε τρόπο να περάσει στη μυθοπλασία ένα τόσο έντονο ρεαλιστικό υλικό και ξεκαθάρισε ότι δεν ήθελε να συμμετέχει στη συγγραφή των συγκεκριμένων σκηνών. Σε αυτά βγάλτα πέρα μόνη σου ,μου είπε. Έπρεπε να τα βγάλω πέρα μόνη μου.. Η αναμέτρηση μου με τη πραγματικότητα ήταν για μένα οδυνηρή. Επέλεξα τον εικαστικό συμβολισμό και μάλιστα τοποθέτησα όλες αυτές τις σκηνές σε μία μπλε μονοχρωμία κάτι σαν παραμύθι για να τις ελαφρύνω από το βάρος τους. Η μικρή Άννα διαβάζει τις επιστολές, περπατάει ξυπόλητη στην ακροθαλασσιά ,φορά μπλε φουστάνι και κρατάει σφικτά αγκαλιά τον μπλε αρκούδο της. Οι επιστολές θα καταλήξουν στη θάλασσα μαζί με τον πνιγμένο θυμό και τη θλίψη της Άννας. Δεν εμπιστεύεται πια την αγάπη κανενός. Πετάει στη θάλασσα και τον αγαπημένο της αρκούδο. Τα χέρια της είναι τώρα άδεια Λίγο πριν βουλιάξει ο αρκούδος η Άννα τρέχει να τον πιάσει, βουτάει στη θάλασσα με τα ρούχα, σώζει τον αρκούδο και αφήνει τις επιστολές να τις παρασύρει το κύμα. Έτσι γυρίστηκε αυτή η σκηνή.
Υπήρξε όμως μια άλλη σκηνή στο σενάριο για την οποία κανείς δεν ήξερε πως θα γυριζόταν ούτε καν εγώ. Αυτή η αμηχανία, η αλαλία και η αδράνεια που μου προκαλούσε ο θάνατος του πατέρα ήταν καταλυτική. Καμιά ιδέα Μέχρι το τελευταίο βράδυ πριν το γύρισμα καμιά ιδέα. Εκείνο το βράδυ ήταν μαρτυρικό. Δεν κοιμήθηκα, έκλαψα, έκλαψα και κάπου εκεί στο ξημέρωμα τα μάτια μου είχαν στεγνώσει και έκλεισαν και είδα, φαντάστηκα, δεν ξέρω μια εικόνα, την εικόνα που τελικά έφτιαξα όταν φτάσαμε σε εκείνο το γύρισμα. Πάλι εικαστικός συμβολισμός και μάλιστα μία σαφής αναφορά στους πίνακες του Μαγκρίτ στους ανθρώπους με τα μαύρα καπέλα.
Μαύρα καπέλα και μαύρο παλτό φορούσε ο πατέρας. Η Άννα πάντα ξυπόλητη με το μικρό της μπλε φόρεμα ,τον βλέπει να περπατά και τρέχει να τον συναντήσει. Εκείνος συνεχίζει την πορεία του προς τη θάλασσα, το χάσιμο του στο θαλασσινό τοπίο δεν τη βλέπει καν, ούτε γυρίζει να την κοιτάξει. Μάλιστα όταν εκείνη φαίνεται να τον πλησιάζει, εκείνος επιταχύνει το βήμα. Θέλει να χαθεί στη θάλασσα
Η Άννα αδύναμη να τον ακολουθήσει, να αναχαιτίσει την πορεία του προς το θάνατο, να τον βοηθήσει, να του μιλήσει, στέκεται θλιμμένη και τον κοιτάζει να χάνεται τα μικρά της γυμνά πόδια βυθίζονται στην άμμο, με κόπο βρίσκει κουράγιο να γυρίσει προς τα πίσω. Ξεκινάει τον δικό της δύσκολο δρόμο ,ενώ ο πατέρας βρίσκεται πια μέσα στη θάλασσα. Τα μικρά γυμνά της πόδια βουλιάζουν σαν σε βούρκο. Περπατάει με κόπο τον δρόμο που πρέπει να αρχίσει να μαθαίνει, τον δρόμο χωρίς πατέρα. Αυτά ήταν κάποια από τα φλασμπακ και τα καθαρά αυτοβιογραφικά στοιχεία της ταινίας.
Όμως η ζωή είχε πρόγραμμα να δοκιμάσει τις αντοχές μας και τις αντοχές της ταινίας σε ορισμένα περιστατικά που έπαιξαν ένα περίεργο σκάκι με τα πραγματικά επεισόδια της ζωής όσο γυρίζαμε την ταινία. Η Κατερίνα Λυπηρίδου που παίζει την Άννα σε μεγάλη ηλικία, δεν είχε ξαναπαίξει στο σινεμά πριν από αυτήν την ταινία. Για την ακρίβεια όταν ήρθε στην ακρόαση για το ρόλο, ήταν η πρώτη της ακρόαση στην Αθήνα. λίγες μέρες αφού είχε έρθει στην Αθήνα από τη Θεσσαλονίκη. Πήρε το ρόλο μετά από πολλά δοκιμαστικά. Στο τελευταίο μου είπε έγραψα ένα τραγούδι που πιστεύω ότι η Αννα θα έγραφε για τον εραστή της τον Αλέξανδρο. Είχε γράψει μουσική και στίχους μια θλιμμένη ερωτική μπαλάντα που μπήκε τελικά στη ταινία. Ήταν η πρώτη φορά που η Κατερίνα έγραφε μουσική. Μα πως έτσι τη ρώτησα, είναι πολύ ολοκληρωμένο άκουσμα. Ο πατέρας μου είναι μουσικός είπε ,παίζει μπουζούκι. Η εβδομάδα που ξεκίνησε το γύρισμα, ήταν σημαντική για την Κατερίνα ,όχι μόνο επειδή έκανε την πρώτη της ταινία ,αλλά κυρίως γιατί τη δεύτερη μέρα την ειδοποίησαν ότι ο πατέρας της εισήχθη στο νοσοκομείο με ραγδαία καταστροφή κυττάρων μια καλπάζουσα μορφή καρκίνου .Κάθε Σαββατοκύριακο μετά το γύρισμα. Η Κατερίνα ανέβαινε στη Θεσσαλονίκη και πήγαινε στο νοσοκομείο να δει τον πατέρα της. Κάθε εβδομάδα ο πατέρας της την αναγνώριζε όλο και λιγότερο .Κάποια στιγμή του έβαλε να ακούσει τα δυο τραγούδια που είχε πια γράψει για την ταινία. Ήταν το καλύτερο δώρο που μπορούσα να του κάνω μας είπε επιστρέφοντας .Ο πατέρας μου ήθελε πάντα να γίνω μουσικός Του άρεσαν τα πρώτα μου τραγούδια. Η τελευταία σκηνή που γυρίσαμε για την ταινία Συμφωνία Χαρακτήρων ήταν η κηδεία του πατέρα. Τη γυρίσαμε σ ένα μικρό εκκλησάκι δίπλα στη θάλασσα στην Άνδρο. Ο πατέρας της Άννας στην ταινία ήταν ναυτικός και πέθανε από έμφραγμα παίζοντας σκάκι με τον εαυτό του, τη στιγμή που η Άννα έβγαινε νικήτρια στο πρωτάθλημα ξιφασκίας. Όταν μπήκε η Άννα στο σπίτι τον βρήκε πεσμένο στο πάτωμα. Νίκησα πατέρα του είπε νίκησα τη θάλασσα. Νίκησες παιδί μου Νίκησες τη θάλασσα είπε εκείνος και ξεψύχησε. Η Κατερίνα ζήτησε ένα μου μιλήσει λίγο πριν γυρίσουμε τη σκηνή της κηδείας. Δεν ξέρω αν μπορώ να το κάνω είπε. Ξέρω ότι σε λίγο καιρό θα πάω στη πραγματική κηδεία του πραγματικού μου πατέρα κι αυτό εδώ είναι σαν να κάνω πρόβα. Η Κατερίνα έκανε πρόβα για τη ζωή που θα ακολουθούσε μόλις 2 εβδομάδες μετά το τελευταίο γύρισμα της ταινίας. Τουλάχιστο του χάρισα τα τραγούδια είπε και γυρίσαμε τη σκηνή. Αυτή ήταν η τελευταία σκηνή της ταινίας. Η πρώτη είχε μια αντίστοιχα ας πούμε μεταφυσική σχέση με τη πραγματικότητα. Είχα γράψει ως πρώτη σκηνή της ταινίας.....
2 σχόλια:
Γειάσου καλή μου....τέλιο κείμενο... καταπληκτικό..δεν ξέρω τί να πώ...έχω μείνει άφωνη...και η ιστορία του κοριτσιού που παίζει την ηρωίδα σου...συγκλονιστική... ναί πάντα πιστέυω ότι ο θάνατος του πατέρα παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή ενός κοριτσιού...ίσως και επειδή υπάρχει και αυτό το περίεργο δέσιμο μεταξύ του πατέρα και της κόρης πάντα..αυτή η παράξενη χημεία μεταξύ τους...και φυσικά είναι και πολύ τραυματικό... καταπληκτική η αναπαράσταση των βιωμάτων από τη δική σου παιδική ηλικία...δεν ξέρω το γιατί αλλά νιώθω ότι θα ήθελα πολύ να δώ αυτή τη ταινία...πιστέυω ότι αυτή που θα έχουν τη τύχη να τη δούν θα σχηματίσουν εντελώς διαφορετική γνώμη για το θάνατο και την απώλεια αγαπημένων προσώπων...έυχομαι η ταινία σου να πάρει τις καλύτερες κρητικές...που δε ξέρω το γιατί νιώθω ότι θα τις πάρει!Αθανασία.
σε ευχαριστω Αθανασία! η ταινια Συμφωνια Χαρακτηρων βγηκε στους κινηματογράφους το 1997! Υπαρχει το βιβλιο και σε DVD τωρα des sto site www.luciarikaki.gr
Δημοσίευση σχολίου