Είναι διαπολιτισμικό το σχολείο στο χωριό Πατσίδερος;
Τι μπορεί να σημαίνει αυτό;
Μιχαλίνος Ζεμπύλας, Επίκουρος Καθηγητής στις Επιστήμες της Αγωγής, Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου
http://www.ouc.ac.cy/index.php?page=uni_academic_research_personnel&lang=grΑρχικά θέλω να διευκρινίσω ότι ο σύντομος σχολιασμός μου θα κινηθεί σε δύο θεματικούς άξονες:
1. Ο πρώτος άξονας αφορά στα διάφορα ζητήματα που θίγει η ταινία (π.χ. προκαταλήψεις, ρατσισμός, ξενοφοβία) με επίκεντρο κατά πόσο το σχολείο στο χωριό Πατσίδερος είναι διαπολιτισμικό, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει.
2. Και ο δεύτερος άξονας αφορά στην ταινία καθαυτή και πώς είναι πιθανό να μας αγγίξει ως εκπαιδευτικούς.
Θα ξεκινήσω από το δεύτερο άξονα γιατί θέλω να οικοδομήσω πρώτα κάποιες σκέψεις που θα μας βοηθήσουν να προσεγγίσουμε τα ζητήματα ουσίας που θίγει η ταινία.
Πώς, λοιπόν, μας αγγίζει συναισθηματικά η ταινία που μόλις παρακολουθήσαμε και πώς εμείς οι εκπαιδευτικοί μπορεί να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη συναισθηματική γνώση; Προσωπικά ομολογώ ότι υπήρχαν αρκετά σημεία στην ταινία που μου προκάλεσαν συγκίνηση, όπως για παράδειγμα το πώς ένιωθαν τα παιδιά των μεταναστών, η φτώχεια και οι κοινωνικές ανισότητες που αναδεικνύονται, οι δυσκολίες διατήρησης της μητρικής γλώσσας. Μου θύμισαν τις δυσκολίες δικών μου ανθρώπων που μετανάστευσαν στην Αγγλία, τη Νότια Αφρική και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ερώτημα, όμως, που μπορεί να τεθεί είναι το εξής: Μήπως είναι αρκετό απλά να συγκινηθούμε, βλέποντας τον πόνο και τις δυσκολίες των άλλων και θυμίζοντας στον εαυτό μας ότι και δικοί μας άνθρωποι πέρασαν ανάλογες δυσκολίες;
Το ζήτημα, όπως αναφέρει η γνωστή κριτικός Susan Sontag, δεν είναι να χρησιμοποιήσουμε τον πόνο των άλλων (έτσι όπως τον βλέπουμε σε ταινίες, στην τηλεόραση, σε φωτογραφίες κτλ) για να πούμε κάτι για μας, αλλά πώς το συναπάντημα αυτό με τη γνώση μπορεί να μας αλλάξει, έτσι ώστε να αναλάβουμε δράση για να σταματήσουμε τον πόνο και τις αδικίες που βλέπουμε, πάντα βέβαια μέσα στο μικρό, δικό μας κόσμο. Η ενσυναίσθηση, την οποία πολλοί από μας θεωρούν σημαντικό στόχο στη διαπολιτισμική αγωγή, εύκολα μπορεί να καταλήξει σε λύπηση όπως «τι κρίμα που είναι οι καημένοι γι’ αυτά που περνούν!» ή στον ισχυρισμό ότι «ξέρουμε ακριβώς πώς νιώθουν οι άλλοι». Ποιος στ’ αλήθεια από μας μπορεί να ισχυριστεί απόλυτα ότι γνωρίζει και νιώθει επακριβώς τι περνούν οι Αλβανοί μαθητές και οι οικογένειες τους στο χωριό που μόλις είδαμε;
Θεωρώ, όμως, σημαντικότερο να προχωρήσουμε απ’ αυτή την ατομική «απάντηση» (πώς νιώθω εγώ») σε μια συλλογική αναφορά (τι κάνουμε λοιπόν εμείς;) Αναγνωρίζουμε μήπως τις ασύμμετρες σχέσεις εξουσίας σε βάρος των μεταναστών και τις συνέπειες τους για τον κοινωνικό αποκλεισμό που βιώνουν; Ή θεωρούμε απλά ότι το ζήτημα του ρατσισμού είναι ατομικό και επιλύεται μέσω προγραμμάτων κατάρτισης ή εκπαίδευσης που απευθύνονται στην υπέρβαση των ατομικών μας προκαταλήψεων και την απόκτηση διαπολιτισμικών δεξιοτήτων;
Και το πιο δύσκολο και προκλητικότερο ερώτημα: Ποια εν τέλει είναι η δική μας συμβολή (όχι θεληματική, βέβαια, αλλά λόγω έλλειψης ατομικού και κοινωνικού κριτικού στοχασμού και δράσης), στη διαιώνιση των υπάρχουσων αδικιών, της φτώχειας και του αποκλεισμού; Οι περισσότεροι από μας ίσως να θεωρούμε ότι ως άτομα δεν έχουμε καμία ευθύνη στον κοινωνικό αποκλεισμό των άλλων. Η γνωστή κριτικός των μετα-αποικιακών σπουδών Gyatri Spivak, όμως, αναφέρει πως όλοι είμαστε συμμέτοχοι με τη μη ενεργή συμμετοχή μας στη διεμβόλιση ιδεών και πρακτικών που ανέχονται ρατσιστικές και αποκλεισμικές πρακτικές. Αυτοί, λοιπόν, που είναι μάρτυρες ιστοριών αποκλεισμού, προκαταλήψεων και διακρίσεων, όπως την ιστορία που μόλις είδαμε, φέρουν τεράστια ευθύνη: 1) να μη θεωρήσουν ότι μπορεί να κατανοήσουν και να νιώσουν απόλυτα τον πόνο των άλλων κι έτσι να επαναπαυτούν στη «ψευδή» αυτή συνειδητοποίηση και 2) να κάνουν αυτό-κριτική για τη δική τους συμβολή στις υπάρχουσες κοινωνικές δομές και την ανάληψη δράσης για δημιουργία μιας δικαιότερης κοινωνίας.
Αυτές οι σκέψεις με φέρνουν στον πρώτο άξονα που είχα αναφέρει, δηλαδή, τα διάφορα ζητήματα που θίγει η ταινία με επίκεντρο κατά πόσο το σχολείο στο χωριό Πατσίδερος είναι διαπολιτισμικό με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει. Η ταινία θίγει πολλά ζητήματα: τη μετανάστευση και τα συναισθήματα των μεταναστών, την ένταξη και κοινωνικοποίηση τους, τις προκαταλήψεις, το ρατσισμό και τη ξενοφοβία απέναντι στους μετανάστες, τη φτώχεια και τις κοινωνικές ανισότητες γύρω από το φαινόμενο της μετανάστευσης και το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το σχολείο. Προφανώς δεν είναι εφικτό στο χρόνο που απομένει να σχολιάσω όλα αυτά τα ζητήματα γι’ αυτό θα επικεντρωθώ στο ρόλο του σχολείου και τη διαφορετικότητα, όπως είναι και ο τίτλος της σημερινής θεματικής ενότητας.
Η έννοια του διαπολιτισμικού σχολείου λαμβάνει διαφορετικές σηματοδοτήσεις ανάλογα με τη θεωρητική προσέγγιση που υιοθετείται. Τα κυρίαρχα θεωρητικά μοντέλα σχετικά με τη διαφορετικότητα, που καθορίζουν και τις ευρύτερες πολιτικές και παιδαγωγικές παραμέτρους όσον αφορά στη στάση και στις πρακτικές απέναντι στη διαφορετικότητα, μπορούν να συνοψιστούν στο ακόλουθο δίλημμα: επιβολή των αξιών της κοινωνίας υποδοχής και έμφαση στην ενσωμάτωση των «διαφορετικών» παιδιών ή ανάδειξη της διαφοράς και διατήρηση των αξιών της κάθε ομάδας, π.χ. των Αλβανών στη συγκεκριμένη περίπτωση;
Η πρώτη θέση προβάλλει την ανάγκη ενσωμάτωσης των μειονοτικών ομάδων στις αξίες της κοινωνίας υποδοχής—την ενσωμάτωση των Αλβανών στην Ελλάδα, δηλαδή—και την υποβάθμιση ή και εγκατάλειψη των χαρακτηριστικών που τις διακρίνουν (π.χ. την Αλβανική γλώσσα και τα Αλβανικά ήθη και έθιμα). Η δεύτερη θέση προβάλλει τη σημασία της διατήρησης και διαχείρισης της διαφορετικότητας, χωρίς να επιβάλλεται η κυρίαρχη κουλτούρα σε όλους. Και οι δύο αυτές προσεγγίσεις έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα όσον αφορά στην εξεύρεση της χρυσής τομής μεταξύ ισοπέδωσης της διαφορετικότητας (που οδηγεί στην επιβολή της κυρίαρχης κουλτούρας) και του πολιτισμικού σχετικισμού (που οδηγεί στην παράλληλη συνύπαρξη πολιτισμικών ή εθνοτικών ομάδων, χωρίς προοπτική σύγκλισης).
Ποια προσέγγιση υιοθετείται από το δάσκαλο του χωριού Πατσίδερος και τι συνέπειες έχει αυτή η προσέγγιση;
Ο δάσκαλος, πάντα μέσα στα πλαίσια των όρων λειτουργίας ενός σχολείου του ελληνικού κράτους, δεν κάνει απλή διαχείριση της διαφορετικότητας των Αλβανών μαθητών, αλλά προσπαθεί να αξιοποιήσει δυναμικά το μορφωτικό κεφάλαιο που κατέχουν αυτά τα παιδιά. Έτσι, ακολουθεί μια σειρά πρακτικών που αναδεικνύουν τον πλούτο που μπορεί να αποκομίσει η κοινότητα από τη διαφορετικότητα των Αλβανών παιδιών. Για παράδειγμα:
1. Για το δάσκαλο, η διαπολιτισμική εκπαίδευση, αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο αυτό, είναι μια δραστηριότητα η οποία διαχέεται σ’ ολόκληρο το σχολικό πρόγραμμα. Είναι μια κοινωνική και πολιτική στάση του δασκάλου που αγωνίζεται να δημιουργήσει συνθήκες αλληλεπίδρασης, ανταλλαγής, επικοινωνίας, συνεργασίας, αλληλεγγύης, εμπιστοσύνης και αμοιβαίου σεβασμού, όχι μόνο μέσα στο σχολείο αλλά και έξω από αυτό.
2. Ο δάσκαλος εφαρμόζει ιδέες και πρακτικές που ενθαρρύνουν την ανακάλυψη των αμοιβαίων σχέσεων για υπέρβαση των εμποδίων και διαφορών. Για παράδειγμα, εμπλέκει τα παιδιά σε ενδιαφέρουσες δραστηριότητες για τον πόλεμο, την ειρήνη και τη διαχείριση συγκρούσεων, τα δικαιώματα και τις ανάγκες των παιδιών, την έννοια της πατρίδας και της πολιτότητας, προσπαθώντας να καλλιεργήσει την ενσυναίσθηση, την αλληλεγγύη και το διαπολιτισμικό σεβασμό στα παιδιά.
Εκεί που υπάρχουν δυσκολίες, κατά την άποψη μου, οφείλονται στις υπάρχουσες κοινωνικές και πολιτικές δομές, που εμποδίζουν την υπέρβαση του εθνοκεντρικού και μονοπολιτισμικού τρόπου σκέψης τόσο στη δομή λειτουργίας του σχολείου όσο και στην τοπική κοινωνία (όπως φαίνεται μέσα από τις απόψεις του πατέρα του Γιώργου, τη διοργάνωση της εθνικής γιορτής και τις απόψεις του κατά τα άλλα προοδευτικού ιερέα για τη σημαία).
Για παράδειγμα, η υπερβολική αξία στους πολιτισμικούς παράγοντες (όπως κάνουμε κι εμείς στην Κύπρο) σε σχέση με άλλους—κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτικούς και θεσμικούς παράγοντες—αγνοεί το ρατσισμό ως δομικό στοιχείο της κοινωνίας (π.χ. στο χώρο εργασίας, στη μεταναστευτική πολιτική) και τον θεωρεί ως ατομικό ζήτημα προκαταλήψεων και άγνοιας· παραγνωρίζει, δηλαδή, το ζήτημα της άρνησης των κοινωνικών ομάδων «να μοιραστούν την πίτα» των αγαθών με άλλους, όπως φαίνεται πολύ έντονα μέσα από τα λεγόμενα του πατέρα του Γιώργου να σφάξει όλους τους Αλβανούς.
Επιπλέον, η προσέγγιση αυτή εδράζεται στην αντίληψη ότι οι πολιτισμοί παρουσιάζουν μονολιθικότητα και ότι η διαφορετικότητα είναι δεδομένη και αναλλοίωτη (π.χ. οι Έλληνες γεννιούνται και κληρονομούν τα εθνικά και πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά στους επόμενους), με αποτέλεσμα να παραμερίζονται οι προοπτικές αλληλεπίδρασης και διαφοροποίησης μέσα από συλλογική και κριτική αποδόμηση αποκλεισμικών κοινωνικών πρακτικών και προτύπων.
Και για να κλείσω: Η ταινία Ο άλλος της Λουκίας Ρικάκη πετυχαίνει να μας προβληματίσει για μια σειρά από ερωτήματα για τα οποία δεν υπάρχουν προφανείς απαντήσεις. Για παράδειγμα: Σε τι εξυπηρετεί η επιμονή σε διαχωρισμούς ανάμεσα στο «εμείς» και οι «άλλοι»; Ποιες είναι οι κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες των διαχωρισμών αυτών; Πώς το σχολείο μπορεί να αξιοποιήσει τον πλούτο της διαφορετικότητας και ταυτόχρονα να αναδείξει τις κοινωνικές ανισότητες και τις επιπτώσεις τους στο ευρύτερο πολιτικό και ιστορικό συγκείμενο και να παράγει εναλλακτικές προτάσεις με ανοικτό, κριτικό και αναστοχαστικό πνεύμα; Πώς μπορεί το σχολείο να καλλιεργήσει την ηθική της ευθύνης (ethics of responsibility) απέναντι στους άλλους και να προσφέρει ευκαιρίες για συμμετοχικότητα, ενσυναίσθηση και αλληλεγγύη σε όλα τα παιδιά;
Οι προβληματισμοί αυτοί μας δίνουν την ευκαιρία για μια συνεχή κριτική των υφιστάμενων αντιλήψεων μας για το διαπολιτισμικό σχολείο και συμβάλλουν σε μια διαφορετική νοηματοδότηση του περιεχομένου του, παρέχοντας εναλλακτικές προτάσεις για καλύτερες διαπολιτισμικές πρακτικές και στα σχολεία της Κύπρου. Δεν αρκεί το καινούριο εκπαιδευτικό υλικό ή καινούρια σχολικά εγχειρίδια ή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Το σχολείο γίνεται διαπολιτισμικό και κριτικό όταν επαναπροσδιορίζει συνεχώς το ρόλο του και τη σχέση του με την κοινωνία στη βάση κάποιων παραδοχών, όπως της αναγνώρισης της πολλαπλότητας της διαφορετικότητας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης.